Τὰς γὰρ ἡδονὰς ὅταν προδῶσιν ἄνδρες, οὐ τίθημ' ἐγὼ ζῆν τοῦτον, ἀλλ' ἔμψυχον ἡγοῦμαι νεκρόν → But when people lose their pleasures, I do not consider this life – rather, it is just a corpse with a soul
Full diacritics: σχίδος | Medium diacritics: σχίδος | Low diacritics: σχίδος | Capitals: ΣΧΙΔΟΣ |
Transliteration A: schídos | Transliteration B: schidos | Transliteration C: schidos | Beta Code: sxi/dos |
τὴν ἀπόσχισιν, Hsch.. cf. eund. A s.v. σχίδα.
Α
(κατά τον Ησύχ.) «τὴν ἀπόσχισιν».
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σχιδ- του σχίζω, κατά τα σιγμόληκτα ουδ. σε -ος].