Τραφὲν ὄρεσι καὶ φάραγξιν ἀγρίαις, κήρυξ πέφυκα τῆς λόγου ὑμνῳδίας. Φωνήν μὲν οὐκ ἔναρθρον, εὔηχον δ' ἔχω (Byzantine riddle) → Raised in the mountains and wild ravines, I have become the herald of hymns that are sung. I have no articulate voice...
το
1. χειροκίνητο αμάξι για μεταφορά πραγμάτων
2. το ειδικό αμάξι για τα νήπια και τα βρέφη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καρότσ-ι (όταν η υποκορ. σημ. του τελευταίου έπαψε να γίνεται αντιληπτή) + υποκορ. κατάλ. -άκι (πρβλ. παιδάκι, σκυλάκι)].