Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
Γηράσκω δ᾽ αἰεὶ πολλὰ διδασκόμενος → I grow old always learning many things
εὐτραπεζεύομαι (Μ) ευτράπεζος1. έχω καλὸ τραπέζι, έχω πολλά και καλά φαγητά2. είμαι καλοφαγάς, τρώω καλά.