σιτοκοπικός

From LSJ
Revision as of 17:55, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῑτοκοπικός Medium diacritics: σιτοκοπικός Low diacritics: σιτοκοπικός Capitals: ΣΙΤΟΚΟΠΙΚΟΣ
Transliteration A: sitokopikós Transliteration B: sitokopikos Transliteration C: sitokopikos Beta Code: sitokopiko/s

English (LSJ)

ή, όν, for pounding corn, ἐργαστήριον PFlor.50.103 (iii A.D.); λίθος σ. σὺν θυείῃ POxy.1890 (vi A.D.).

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α
αυτός που έχει σχέση με την κοπή, με την άλεση του σίτου («σιτοκοπικὸν ἐργαστήριον», πάπ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σῖτος + -κοπικός (< κοπή), πρβλ. λιθο-κοπικός].