Ὑπερηφανία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Malorum maximum hominibus superbia → Das größte Übel ist für Menschen Übermut
Full diacritics: μεσόριον | Medium diacritics: μεσόριον | Low diacritics: μεσόριον | Capitals: ΜΕΣΟΡΙΟΝ |
Transliteration A: mesórion | Transliteration B: mesorion | Transliteration C: mesorion | Beta Code: meso/rion |
Μέσορος, v. μεσούριον, μέσσορος.
[Seite 139] τό, Gränze zwischen zwei Orten, Sp.
μεσόριον: μέσορος, ἴδε μεσούριον, μέσσορος.
μεσόριον, τὸ (Α)
βλ. μεσούριον.