μυολόγος

From LSJ
Revision as of 04:45, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → Silere non est turpe, sed frustra loqui → nicht Schweigen schändet, sondern Schwätzen auf gut Glück

Menander, Monostichoi, 417
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῠολόγος Medium diacritics: μυολόγος Low diacritics: μυολόγος Capitals: ΜΥΟΛΟΓΟΣ
Transliteration A: myológos Transliteration B: myologos Transliteration C: myologos Beta Code: muolo/gos

English (LSJ)

ὁ, = μυοθήρας, Gloss.

Greek Monolingual

ο (Α μυολόγος)
μυοθήρας
νεοελλ.
επιστήμονας που ασχολείται με τη μελέτη της υφής, της δομής και της λειτουργίας του μυϊκού συστήματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το μυολόγος < μῦς, μυός «ποντικός» + -λόγος].