ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
ἀνθρωπογναφεῖον, το (Α)τόπος για το καθάρισμα ανθρώπων, κωμική ονομασία αντί του βαλανείον βλ. λ.