εἰς τὸν τετρημένον πίθον ἀντλεῖν → run water into a punctured pitcher, to the perforated jar bale water, labour in vain, labor in vain
duel du part. ao.2 de ἁλίσκομαι.
ἁλόντε: [ᾱ], ἴδε ἐν λ. ἁλίσκομαι.
ἁλόντε: [ᾱ], μτχ. αορ. βʹ δυικ. του ἁλίσκομαι.