αἰσχρορρημονέω
From LSJ
Ἐλεεινότατόν μοι φαίνετ' ἀτυχία φίλου → Miseria amici mihi suprema est miseria → Am meisten Mitleid, scheint's, heischt eines Freundes Leid
English (LSJ)
= αἰσχροεπέω, Charond. ap.Stob.4.2.24.
Spanish (DGE)
decir obscenidades αἰσχρορρημονείτω δὲ μηδείς, ὅπως ἂν μὴ παρελκύῃ τὴν διάνοιαν ἔργοις αἰσχροῖς Charondas 62.24, (οἶνος) ποιεῖ τὸν μέθυσον αἰσχρορρημονεῖν T.Iud.14.8, cf. Eutecnius Al.Par.63.8, Eus.PE 4.17.1 (var.), Olymp.in Phd.6, An.Par.4.404.
Greek (Liddell-Scott)
αἰσχρορρημονέω: αἰσχροεπέω, Ἄδηλ. παρὰ Στοβ. 291. 13.
German (Pape)
= αἰσχρολογέω, Stob. 44.40, g.E.