τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ δίμοιρον αἰνῶ, καὶ δίκᾳ δίκας ἕπεσθαι, ξὺν εὐχαῖς ἐμαῖς, λυτηρίοις μηχαναῖς θεοῦ πάρα → I approve the better kind of evil, the two-thirds kind, and that, in accordance with my prayers, through contrivances bringing salvation at the god’s hand
tardif p. ἀλινδέω;ao. ἤλισα, pf. ἤλικα;faire rouler.Étymologie: DELG cf. εἰλέω.
ἤ ἀλινδῶ (=κυλίω, περιπλανιέμαι). Ἡ ρίζα εἶναι ἡ ἴδια μέ τή ρίζα αλ τοῦ ἀλέω. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: ἀλίνδησις, ἀλινδήθρα (=κυλίστρα).