κιττοφόρος
From LSJ
Ζῆθι προσεχόντως ὡς μακρὰν ἐγγὺς βλέπων → Ne temere vivas: specta longa et proxima → Pass auf im Leben: blick auf das, was fern und nah
English (LSJ)
Attic for κισσοφόρος.
Greek Monolingual
κιττοφόρος, -ον (Α)
(αττ. τ.) βλ. κισσοφόρος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κιττοφόρος -ον, ook κισσοφόρος [κιττός, φέρω] met klimop getooid.