groenteboer
From LSJ
ὦ Θάνατε Θάνατε, νῦν μ' ἐπίσκεψαι μολών → o Death, Death, come now and lay your eyes on me | o death death, come now and look upon me
Dutch > Greek
καυλοπώλης, λαχανᾶς, λαχανεύς, λαχανευτής, λαχανοπράτης, λαχανοπώλης, ὀπωροκάπηλος, ὀπωροπώλης, ὀπωρώνης, πωμαρίτης