Φύσιν πονηρὰν μεταβαλεῖν οὐ ῥᾴδιον → Haud facile commutatur ingenium malum → Verdorbene Natur zu ändern ist nicht leicht
ἑτερομάσχαλος, -ον (Α)χιτώνας που άφηνε ακάλυπτο τον ένα ώμο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο- + μασχάλη, πρβλ. αμφιμάσχαλος].