Τειρεσίας
Ῥᾷον φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Facilius ferre oportet, quae incidunt mala → Recht leicht musst du das Schicksal tragen, das dich trifft
Wikipedia EN
In Greek mythology, Tiresias (/taɪˈriːsiəs/; Greek: Τειρεσίας, Teiresias) was a blind prophet of Apollo in Thebes, famous for clairvoyance and for being transformed into a woman for seven years. He was the son of the shepherd Everes and the nymph Chariclo. Tiresias participated fully in seven generations in Thebes, beginning as advisor to Cadmus himself.
Wikipedia EL
Ο τυφλός Τειρεσίας, ο πιο φημισμένος μάντης της εποχής στην Ελλάδα, ήταν εκείνος που ζήτησε ακρόαση από τον Οιδίποδα.
Λέγεται ότι ο Τειρεσίας τυφλώθηκε από τη Αθηνά, επειδή την είδε τυχαία γυμνή την ώρα που λουζόταν, μετά όμως συγκινήθηκε τόσο από τις ικεσίες της μητέρας του Τειρεσία, ώστε απέσπασε από την αιγίδα της το φίδι Εριχθόνιο και το πρόσταξε: "Καθάρισε τα αφτιά του Τειρεσία με τη γλώσσα σου για να καταλαβαίνει τη λαλιά των προφητικών πουλιών".
Μια άλλη εκδοχή, αναφέρει ότι, ο Τειρεσίας σε ένα περίπατό του στο όρος Κυλλήνη παρακολούθησε δύο φίδια που ζευγάρωναν. Όταν τα φίδια του επιτέθηκαν εκείνος τα χτύπησε με το ραβδί του σκοτώνοντας το θηλυκό. Τότε μεταμορφώθηκε ο ίδιος σε γυναίκα και έγινε ξακουστή εταίρα. Επτά χρόνια αργότερα όμως, στο ίδιο μέρος, είδε πάλι δυο φίδια που ζευγάρωναν και επειδή αυτή τη φορά σκότωσε το αρσενικό, ξανάγινε άνδρας.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
Tirésias, devin célèbre de Thèbes.
Étymologie:.
English (Slater)
Τειρεσίας a seer of Thebes. γείτονα δ' ἐκκάλεσεν Διὸς ὑψίστου προφάταν ἔξοχον, ὀρθόμαντιν Τειρεσίαν (sc. Ἀμφιτρύων) (N. 1.61) ἢ ἀμφὶ πυκναῖς Τειρεσίαο βουλαῖς; (Pauw: Τειρεσίαο πυκιναῖς codd.) (I. 7.8)
Greek Monolingual
ο, ΝΑ
μυθ. ξακουστός Θηβαίος μάντης, γιος του Ευήρους και της Χαρικλούς, στενής φίλης της θεάς Αθηνάς, ο οποίος ήταν επίσημος σύμβουλος τών Θηβαίων βασιλέων του οίκου τών Λαβδακιδών και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ιστορία του Λαΐου και του Οιδίποδος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Βλ. λ. τέρας.
Russian (Dvoretsky)
Τειρεσίᾱς: ου и Τειρεσίης, эп. αο ὁ Тиресий (слепой фиванский прорицатель при Эдипе) Hom., Pind., Soph., Eur.
Translations
ar: تيريسياس; bg: Тирезий; br: Teiresias; ca: Tirèsias; cs: Teiresiás; cy: Tiresias; da: Teiresias; de: Teiresias; el: Τειρεσίας; en: Tiresias; eo: Tirezio; es: Tiresias; et: Teiresias; fa: تئیریاس; fi: Teiresias; fr: Tirésias; he: טירסיאס; hu: Teiresziasz; hy: Թիրեսիաս; id: Teiresias; it: Tiresia; ja: テイレシアース; ko: 테이레시아스; nl: Tiresias; pl: Tejrezjasz; pt: Tirésias; ro: Tiresias; ru: Тиресий; sh: Tiresija; sk: Teiresias; sv: Teiresias; tr: Teiresias; uk: Тіресій; zh: 特伊西亚斯