ἐν πίθῳ ἡ κεραμεία γιγνομένη → trying to run before you can walk, the potter's art starting on a big jar
-η, -ο, Ν
πλασμένος με χαρίσματα, γεμάτος χαρίσματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χάρις, -ιτος + πλαστός (πρβλ. πηλόπλαστος). Η λ. μαρτυρείται από το 1886 στην εφημερίδα Ραμπαγάς].