ἐναντιπέρα
From LSJ
τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts
English (LSJ)
Adv. on the opposite side, Epigr. Gr.981.6 (Philae).
Spanish (DGE)
(ἐναντῐπέρᾱ)
adv. al otro lado, enfrente como adj. γαῖαν ἐ. ναίων IPh.158.6 (imper.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐναντιπέρᾱ: ἐπίρρ., καταντιπέρας, καταντικρύ, Ἑλλ. Ἐπιγράμ. 981, 6.