γράπτης

From LSJ
Revision as of 12:35, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

σοφόν γάρ ἕν βούλευμα τάς πολλάς χεῖρας νικᾶ, σὺν ὄχλῳ δ' ἀμαθία μεῖζον κακόbetter than many hands is one wise thought, a multitude of fools makes folly worse

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γράπτης Medium diacritics: γράπτης Low diacritics: γράπτης Capitals: ΓΡΑΠΤΗΣ
Transliteration A: gráptēs Transliteration B: graptēs Transliteration C: graptis Beta Code: gra/pths

English (LSJ)

γράπτου, ὁ, wrinkled, Eust.633.56.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ arruga Eust.633.56.
• Etimología: Deriv. de γράφω q.u.

German (Pape)

[Seite 505] ὁ, der Runzeln hat, Eust.

Greek Monolingual

ο (Μ)
αυτός που έχει ρυτίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος σημασιολογικά τ. του γράπις, που μαρτυρείται στον Ευστάθιο. Το γράπτης θεωρήθηκε παράγωγο του γράφω «χαράζω (γραμμή)»].