τρίλιθος

From LSJ
Revision as of 10:43, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_17)

μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)

Source

German (Pape)

[Seite 1144] von, mit drei Steinen, bes. Edelsteinen, Gloss.

Greek (Liddell-Scott)

τρίλῐθος: -ον, ὁ ἐκ τριῶν λίθων, Γλωσσ.· - τὸ τρίλιθον, ναός τις (ἐν Ἡλιουπόλει, Bâlbec) ἔχων κίονας πελωρίους, ὧν ἕκαστος σύγκειται ἐκ τριῶν λίθων, «κατέλυσε δὲ καὶ τὸ ἱερὸν Ἡλιουπόλεως τὸ μέγα καὶ περιβόητον τὸ λεγόμενον τρίλιθον» Ἰω. Μαλάλ. σ. 344, 22, Χρον. Πασχάλ. σ. 303D, κλπ.