ἀκυρολογία
From LSJ
Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch
English (LSJ)
ἡ,
A incorrect phraseology, D.H.Lys.4 (nisileg. ἀκαιρο-, q.v.). ἄκυρον, τό, = ἄλισμα, Ps.-Dsc.3.152.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκῡρολογία: ἡ, ἀκατάλληλος φράσις, καταχρηστική, Διον. Ἁλ. περὶ Λυσ. 4.