ἀμπελοποιία
From LSJ
Οὐδείς, ὃ νοεῖς μὲν, οἶδεν, ὃ δέ ποιεῖς, βλέπει → Quid cogites, scit nemo; quid facias, patet → nicht weiß man, was du denkst, doch sieht man, was du tust
English (LSJ)
ἡ,
A = ἀμπελουργία, Eust.1619.59.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμπελοποιία: ἡ, = ἀμπελουργία, Εὐστ. 1619. 59.