Νηλεύς
Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch
English (LSJ)
έως, ὁ,
A Neleus, father of Nestor, Il.11.683, al.:—Adj. Νηλήϊος, υἱός 2.20:—Patron. Νηλεΐδης, ου, Ep. ᾱο, ὁ, 23.652; Ep. Νηληϊάδης, εω or ᾱο, 8.100, al.: in fem. Νηληΐς, ΐδος, A.R.1.120. II Νηλεύς, έως, ὁ, = Νείλεως, founder of Miletus, IG12.94.4 (written Νελ-), Call.Dian.226: hence Νειλεΐδης, and Νειληϊάδης, ου, Ep. ᾱο, ὁ, Alex.Aet.3.26, 1; cf. Νειλεῖον.
Greek (Liddell-Scott)
Νηλεύς: έως, ἡ, ὁ πατὴρ τοῦ Νέστορος, Ὅμ.· - ἐπίθετ. Νηλήιος υἱός, Ἰλ. Β. 20, κτλ.· - πατρωνυμ., Νηλείδης, ου, ὁ, Ἰλ. Ψ. 652· Ἐπικ. Νηληιάδης, εω, ἢ ᾱο, Ὅμ.· ἐν τῷ θηλ. Νηληίς, -ίδος, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 120.
French (Bailly abrégé)
έως (ὁ) :
Nélée :
1 père de Nestor;
2 autres.
Étymologie: νηλής ; selon d’autres, forme affaiblie de Νηρεύς.