καλλικρήδεμνος
From LSJ
Γνώμη γερόντων ἀσφαλεστέρα νέων → Senum quam iuvenum monita attendes tutius → Der Alten Rat und Meinung birgt mehr Sicherheit
English (LSJ)
ὁ, ἡ,
A with beautiful head-band, ἄλοχοι Od.4.623; θεά B.Scol.Fr.5i22.
German (Pape)
[Seite 1310] mit schöner Stirnbinde, ἄλοχος Od. 4, 623.
Greek (Liddell-Scott)
καλλικρήδεμνος: ὁ, ἡ, ἔχων καλὸν κρήδεμνον, ὡραῖον κάλυμμα κεφαλῆς, ἄλοχος Ὀδ. Δ. 623.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
aux belles bandelettes.
Étymologie: καλός, κρήδεμνον.