Φερσεφόνα

From LSJ
Revision as of 12:39, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (slb)

ὥσπερ ἀνέµου 'ξαίφνης ἀσελγοῦς γενοµένου → just as when a wind suddenly turns foul, just as when a wind suddenly turns nasty

Source

English (Slater)

Φερσεφόνα (-α, -ας, -ᾳ.) daughter of Demeter. αἰτέω σε, φιλάγλαε, καλλίστα βροτεᾶν πολίων, Φερσεφόνας ἕδος (Akragas) (P. 12.2) νάσῳ, τὰν Ὀλύμπου δεσπότας Ζεὺς ἔδωκεν Φερσεφόνᾳ (Sicily) (N. 1.14) as queen of the underworld,
   1 μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ (O. 14.21) οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς (Boeckh: Περσεφόνας codd.: i. e. τὸν Ἅιδην Σ.) (I. 8.55) οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. frag., Ἐλευσινόθε Φερσεφόνᾳ ματρί τε χρυσοθρόνῳ θῆ [κε λα] οῖσιν τελευτὰν (supp. et corr. Lobel) P. Oxy. 2622, fr. 1. 4 ad ?fr. 346c. test., Paus., 9. 23. 3, Πίνδαρος ὕμνον ᾖσεν εἰς Περσεφόνην v. fr. 37.

English (Slater)

Φερσεφόνα (-α, -ας, -ᾳ.) daughter of Demeter. αἰτέω σε, φιλάγλαε, καλλίστα βροτεᾶν πολίων, Φερσεφόνας ἕδος (Akragas) (P. 12.2) νάσῳ, τὰν Ὀλύμπου δεσπότας Ζεὺς ἔδωκεν Φερσεφόνᾳ (Sicily) (N. 1.14) as queen of the underworld,
   1 μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ (O. 14.21) οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς (Boeckh: Περσεφόνας codd.: i. e. τὸν Ἅιδην Σ.) (I. 8.55) οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. frag., Ἐλευσινόθε Φερσεφόνᾳ ματρί τε χρυσοθρόνῳ θῆ [κε λα] οῖσιν τελευτὰν (supp. et corr. Lobel) P. Oxy. 2622, fr. 1. 4 ad ?fr. 346c. test., Paus., 9. 23. 3, Πίνδαρος ὕμνον ᾖσεν εἰς Περσεφόνην v. fr. 37.