ἀγριοφανής
From LSJ
Πατὴρ οὐχ ὁ γεννήσας, ἀλλ' ὁ θρέψας σε → Non qui te genuit, est qui nutrivit pater → Dein Vater ist, wer Nahrung dir, nicht Leben gab | nicht Vater ist, wer Leben, sondern Nahrung gab
English (LSJ)
ές,
A appearing wild, Corn.ND27.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγριοφανής: -ές, ὁ φαινόμενος ἄγριος, Κορνοῦτ. 27.
Spanish (DGE)
-ές
que parece salvaje, ἐμμέλεια ἀ. καὶ αὐστηρά Corn.ND 27.