διαστίζω

From LSJ
Revision as of 12:24, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_11)

ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvi­ous one, invisible connection is stronger than visi­ble, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαστίζω Medium diacritics: διαστίζω Low diacritics: διαστίζω Capitals: ΔΙΑΣΤΙΖΩ
Transliteration A: diastízō Transliteration B: diastizō Transliteration C: diastizo Beta Code: diasti/zw

English (LSJ)

   A distinguish by a mark, punctuate, [οὐ] ῥᾴδιον διαστίξαι τὰ Ἡρακλείτου Arist.Rh.1407b13: generally, distinguish, Stob.2.7.3c.    2 spot, mottle, Nonn.D. 28.130.    3 brand, Just.Nov.115.4.

German (Pape)

[Seite 604] (s. στίζω), mit Punkten unterscheiden, interpungiren, Arist. rhet. 3, 5; übh. = unterscheiden, Stob.; – fleckig, bunt machen, Nonn. D. 28, 130.

Greek (Liddell-Scott)

διαστίζω: διὰ στιγμῆς διαχωρίζωδιακρίνω, θέτω σημεῖον στίξεως, οὐ ῥᾴδιον διαστίξαι τὰ Ἡρακλείτου Ἀριστ. Ρητ. 3. 5, 6· ποιῶ τι διάστικτον, ποικίλλω διὰ στιγμάτων, Νόνν. Δ. 28. 130.

French (Bailly abrégé)

ao. διέστιξα;
séparer par des signes de ponctuation, ponctuer, acc..
Étymologie: διά, στίζω.

Spanish (DGE)

I tr.
1 salpicar, manchar de puntos (βραχίων) ... διαστίζουσα ... νῶτα κονίης (el brazo cortado) manchando de sangre el rastro de polvo Nonn.D.28.130, en v. pas. (δορὰ παρδάλεως) τῇ μίξει τῶν ἑτεροχροούντων διεστιγμένη Basil.M.31.873B.
2 gram. puntuar, poner signos de puntuación a τὰ Ἡρακλείτου Arist.Rh.1407b13.
II fig. distinguir, diferenciar τὴν τῆς θεότητος καὶ τοῦ σώματος φύσιν Ambr.Fr. en Thdt.Eran.188 (p.165), κρυφίην ὠδῖνα τοκετοῖο e.d. el hijo bastardo del que no lo es, Nonn.D.23.95, ὁ χρόνος οὐκ εἰς δύο πέρατα διαστίξει (τὸ νῦν) ἀλλ' εἰς ἕν Them.in Ph.141.28, Πλάτων δὲ διέστιξε πρῶτος τὸ κατ' ἄνδρα καὶ βίον ἰδιάζον Stob.2.7.3c, ἅπερ ἐπὶ τῷ τῶν γονέων προσώπῳ διεστίξαμεν Iust.Nou.115.4.4, abs. Arr.Epict.1.17.5
en v. med.-pas. δύο σημεῖα ... διαστίξονται ἀπ' ἀλλήλων Phlp.in Ph.704.15, cf. 17
métr. διεστιγμένον ἐλέγειον elegíaco distinto n. del pentámetro en un dístico ¯˘˘¯˘˘¯¯˘˘¯˘˘¯ Mar.Vict.111.14.