αστεροπητής

From LSJ

κακῶς ζῆν κρεῖσσον ἢ καλῶς θανεῖνbetter to live ignobly than to die nobly, better to live badly than to die well

Source

Greek Monolingual

ἀστεροπητής, ο (Α) αστεροπή
(για τον Δία) αυτός που αστράφτει.