οὐκ ἔστιν οὐδείς, οὐδ' ὁ Μυσῶν ἔσχατος → there is nobody, not even the last of the Mysians | there is nobody, not even the meanest of mankind
ο (Α βίσων, -ωνος)
ζώο που ανήκει στο γένος των Αρτιοδάκτυλων θηλαστικών και είναι μεγαλύτερο από το βόδι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λ. γερμανικής προέλευσης, η οποία εισήχθη στην Ελληνική πιθ. μέσω του λατ. bison (πρβλ. αρχ. άνω γερμ. wisunt)].