διαλλακτικότητα

From LSJ

λύχνον μεθ᾿ ἡμέραν ἅψας περιῄει λέγων “ἄνθρωπον ζητῶ” → He lit a lamp in broad daylight and said, as he went about, “I am looking for a human

Source

Greek Monolingual

η
διάθεση για συνδιαλλαγή, συμβιβαστικότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < διαλλακτικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1868 στην εφημερίδα Παλιγγενεσία].