διαπαιδαγώγηση

From LSJ

Γνώμη γερόντων ἀσφαλεστέρα νέωνSenum quam iuvenum monita attendes tutius → Der Alten Rat und Meinung birgt mehr Sicherheit

Menander, Monostichoi, 107

Greek Monolingual

η (Α διαπαιδαγώγηση) διαπαιδαγωγώ
διάπλαση του χαρακτήρα παιδιού με παιδαγωγικές μεθόδους
νεοελλ.
1. καθοδήγηση
2. ανατροφή, αγωγή παιδιών, μόρφωση.