ζιζυφιά
From LSJ
Εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → A way of life disposed to silence is contemptible → Taciturna facile ingenia contemni solent → Gemein ist ein Charakter, über den man schweigt
και τζιτζυφιά, η ζίζυφο
βοτ. ζίζυφος, το δέντρο που παράγει τα τζίτζυφα.