Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

θρίναξ

From LSJ

Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection

Porphyry, Sententiae, 25

Greek Monolingual

(I)
θρῖναξ, -ακος, ὁ (Α)
γεωργικό εργαλείο που χρησιμοποιείται για το λίχνισμα του σιταριού, τρικάνι, καρπολόγι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τεχνικός όρος, αβέβαιης ετυμολ., με κατάληξη -ᾰξ. Υποτέθηκε ότι πρόκειται για σύνθετη λ. με α' συνθετικό τρι- (< τρία), δηλ. < ΙE tri-snak- (πρβλ. αγγλ. snag «αιχμή») ή < ΙE trisn-ak- «με τρεις αιχμές» (πρβλ. άκρος). Από άλλους η λ. συνδέθηκε με το θρίον «φύλλο συκιάς»].
(II)
ο
βοτ. γένος αγγειόσπερμων μονοκότυλων φυτών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. thrinax (< αρχ. θρίναξ «τρικράνι», λόγω του σχήματος τών φύλλων του)].