θυρετρικός

From LSJ

Ὡς ἡδὺ τὸ ζῆν μὴ φθονούσης τῆς τύχης → Quam vita dulce est, fata dum non invident → Wie süß zu leben, wenn das Glück nicht neidisch ist

Menander, Monostichoi, 563
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θυρετρικός Medium diacritics: θυρετρικός Low diacritics: θυρετρικός Capitals: ΘΥΡΕΤΡΙΚΟΣ
Transliteration A: thyretrikós Transliteration B: thyretrikos Transliteration C: thyretrikos Beta Code: quretriko/s

English (LSJ)

θυρετρική, θυρετρικόν, belonging to a door-frame, πῆγμα BCH1.82 (Chios).

Greek (Liddell-Scott)

θυρετρικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς θύρετρον, πῆγμα Ἐπιγρ. Χίου ἐν Bull. de corr. hell. I. σ. 82.

Greek Monolingual

θυρετρικός, -ή, -όν (Α) θύρετρον
αυτός που ανήκει σε θύρετρον.