τούτων γάρ ὄνομα μόνον κοινόν, ὁ δέ κατά τοὔνομα λόγος τῆς οὐσίας ἕτερος → though they have a common name, the definition corresponding with the name differs for each (Aristotle, Categoriae 1a3-4)
η (Α ἰρῖτις, -ιδος) ίρις
νεοελλ.
φλεγμονή της ίριδας του οφθαλμού, αλλ. ιριδίτιδα
αρχ.
είδος πολύτιμου λίθου.