Ὡς ἡδὺ δούλῳ δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν → Quam dulce servo lenem herum nanciscier → Wie froh macht einen Sklaven doch ein guter Herr
ἰσχυροπλήκτης, ὁ (Α)αυτός που πλήττει ισχυρά.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσχυρός + πλήκτης (< πλήσσω / πλήττω)].