λαούτο
δός μοι πᾷ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινήσω → give me a place to stand and I will move the earth, give me a place to stand and I'll move the earth, give me the place to stand and I shall move the earth, give me a place to stand and with a lever I will move the whole world, give me a firm spot to stand and I will move the world, give me a lever and a place to stand and I will move the earth, give me a fulcrum and I shall move the world
Greek Monolingual
και λαγούτο και λαβούτο, το
είδος έγχορδου μουσικού οργάνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < ρουμ. lăută. Κατ' άλλη άποψη, < μσν. λαοῦτον και λαβοῦτο < αραβ. al ud «ούτι». Κατά την ίδια άποψη, ο πορτογαλ. τ. alaud, από τον οποίον προήλθαν οι άλλοι ευρωπαϊκοί τύποι, όπως ισπ. laud, ρουμ. lăută, γερμ. Laute, αγγλ. lute, ιταλ. leuto, γαλλ. luth, επιβεβαιώνει την αραβική προέλευση της λέξης].