μαγνητοπυρίτης
From LSJ
Μακάριος, ὅστις οὐσίαν καὶ νοῦν ἔχει → Felix, qui mentem cum divitiis possidet → Glückselig, wer Vermögen und Vernunft besitzt
Greek Monolingual
ο
(ορυκτ.) ορυκτός θειούχος σίδηρος, μαγνητικός σιδηροπυρίτης ή πυρροτίτης με μεταλλική λάμψη που κρυσταλλώνεται στο εξαγωνικό σύστημα.