μελεία

From LSJ

Εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → A way of life disposed to silence is contemptible → Taciturna facile ingenia contemni solent → Gemein ist ein Charakter, über den man schweigt

Menander, Monostichoi, 167

Greek Monolingual

μελεία, ἡ (Α)
φροντίδα, μέριμνα, επιμέλεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλω κατά τα θηλ. μετονοματικά σε -εια (επιμελήςεπιμέλεια].