μισθοφορητέον

From LSJ
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μισθοφορητέον Medium diacritics: μισθοφορητέον Low diacritics: μισθοφορητέον Capitals: ΜΙΣΘΟΦΟΡΗΤΕΟΝ
Transliteration A: misthophorētéon Transliteration B: misthophorēteon Transliteration C: misthoforiteon Beta Code: misqoforhte/on

English (LSJ)

one must receive pay, Th.8.65, where ἄλλους is used instead of ἄλλοις, as if it had been μισθοφορεῖν δεῖ.

Greek (Liddell-Scott)

μισθοφορητέον: ῥημ. ἐπίθ., δεῖ μισθοφορεῖν, Θουκ. 8. 65, ἔνθα τὸ ἄλλους κεῖται ἀντὶ τοῦ ἄλλοις, ὡς εἰ ἦν μισθοφορεῖν δεῖ.

Greek Monotonic

μισθοφορητέον: ρημ. επίθ. του προηγ., κάποιος που πρέπει να λάβει μισθό, σε Θουκ.

Lexicon Thucydideum

mercedem capere oportet, one must receive pay, 8.65.3.