ἀνάγκᾳ δ' οὐδὲ θεοὶ μάχονται → but not even gods fight necessity (Simonides, fr. 37.1.29)
μισοχρήματος, -ον (Μ)αυτός που μισεί τα χρήματα.[ΕΤΥΜΟΛ. < μισῶ + χρῆμα, -ατος (πρβλ. φιλοχρήματος)].