μυωνία

From LSJ

πῶς δ' οὐκ ἀρίστη; τίς δ' ἐναντιώσεται; τί χρὴ γενέσθαι τὴν ὑπερβεβλημένην γυναῖκα; (Euripides' Alcestis 152-54) → How is she not noblest? Who will deny it? What must a woman have become to surpass her?

Source

German (Pape)

[Seite 224] ἡ, Mauseloch, auch Schimpfwort auf ein geiles Weib, Ael. N. A. 12, 10 aus Epicrat. com.

Greek (Liddell-Scott)

μυωνία: ἡ, (μῦς) ὀπή, φωλεὰ μυῶν, «ποντικοφωληά»· ― ἐντεῦθεν ὀνειδιστικὴ λέξις σημαίνουσα κοινὴν μᾶλλον γυναῖκα, Ἐπικράτης ἐν «Χορῷ» 1, Αἰλ. π. Ζ. 12. 10.