μυωνιά

From LSJ

ταυτὶ γὰρ συκοφαντεῖσθαι τὸν Ἕκτορα ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου → that is a false charge brought against Hector by Homer

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυωνιά Medium diacritics: μυωνιά Low diacritics: μυωνιά Capitals: ΜΥΩΝΙΑ
Transliteration A: myōniá Transliteration B: myōnia Transliteration C: myonia Beta Code: muwnia/

English (LSJ)

ἡ, (μῦς I) prob. = μυωξία, as a term of reproach for a lewd woman, Epicr.9.4.

Greek Monolingual

μυωνιά, ἡ (Α)
1. ποντικοφωλιά, ποντικότρυπα
2. (υβριστικά) κοινή γυναίκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μυών, γεν. πληθ. του μῦς «ποντικός» + κατάλ. -ιά (πρβλ. ἰων-ιά < ἴον)].