ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν στῆθι καὶ ἄμπνυε → but you, stop now and catch your breath | but do thou now stand, and get thy breath
Full diacritics: νῑκᾱθρον | Medium diacritics: νίκαθρον | Low diacritics: νίκαθρον | Capitals: ΝΙΚΑΘΡΟΝ |
Transliteration A: níkathron | Transliteration B: nikathron | Transliteration C: nikathron | Beta Code: ni/kaqron |
τό, thankoffering for victory, IG5 (1).267 (Sparta).
νίκαθρον: τό, «ἔπαθλον, ἐπινίκιον» Ἡσύχ.
νίκαθρον, το (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ἔπαθλον, ἐπινίκιον», ευχαριστήρια προσφορά για νίκη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νικῶ + επίθημα -θρον (πρβλ. βάραθρον)].