Πολλοὺς ὁ καιρὸς οὐκ ὄντας ποιεῖ φίλους → Occasione amicus fit, qui non fuit → Die rechte Zeit macht manchen, der's nicht ist, zum Freund
το ξεγδέρνώ
1. αφαίρεση δέρματος, εκδορά
2. ασήμαντο επιφανειακό τραύμα της επιδερμίδας, νυχιά, γρα
τσουνιά, αμυχή
3. παροιμ. «ξένος πόνος ξέγδαρμα» — η λύπη για την ατυχία που βρίσκει κάποιον άλλον περνάει γρήγορα.