παναγιόχορτο

From LSJ

κεντέω τὸν πῶλον περὶ τὴν νύσσαν → of impetuous haste, goad the foal around the turning post

Source

Greek Monolingual

το
κοινή ονομασία του φυτού που είναι γνωστό με τη λόγια ονομασία τεύκριο το πόλιο, αλλ. της Παναγίας το χορτάρι, το χέρι της Παναγίας.