παραμάχαιρον

From LSJ

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραμάχαιρον Medium diacritics: παραμάχαιρον Low diacritics: παραμάχαιρον Capitals: ΠΑΡΑΜΑΧΑΙΡΟΝ
Transliteration A: paramáchairon Transliteration B: paramachairon Transliteration C: paramachairon Beta Code: parama/xairon

English (LSJ)

[μᾰ], τό, side-dagger, colloquial word, Eust.413.39.

German (Pape)

[Seite 489] τό, dasselbe, Eust. 413, 39.

Greek (Liddell-Scott)

παραμάχαιρον: τό, πρόχειρον μικρὸν ἐγχειρίδιον τῆς ζώνης, Εὐστ. 413.39· παραμαχαιρίδιον: «ἀκινάκης: ἔστι δὲ ἐγχειρίδιον βαρβαρικὸν ὅ φασιν οἱ Ἕλληνες παραμαχαιρίδιον» Φαβωρῖν. κτλ.

Greek Monolingual

τὸ, Μ
μικρό μαχαίρι ζώνης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + μαχαίρι].