περικειμένως

From LSJ

κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηριν ἔλεγχον ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα → judge by reason the too much contested argument which has been given by me

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περικειμένως Medium diacritics: περικειμένως Low diacritics: περικειμένως Capitals: ΠΕΡΙΚΕΙΜΕΝΩΣ
Transliteration A: perikeiménōs Transliteration B: perikeimenōs Transliteration C: perikeimenos Beta Code: perikeime/nws

English (LSJ)

Adv. completely, τοῦτο π. διεκρούσατο Ἀσκληπιάδης Cass.Pr.1.

Greek (Liddell-Scott)

περικειμένως: Ἐπίρρ. ἐντελῶς, Κασσ. Προβλ. 1. 331.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. από παντού, εντελώς, ολότελα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περικείμενος, μτχ. του ρ. περίκειμαι + επιρρμ. κατάλ. -ως].