μηδέν' ὀλβίζειν, πρὶν ἂν τέρμα τοῦ βίου περάσῃ μηδὲν ἀλγεινὸν παθών → Count no man blessed 'til he's passed the endpoint of his life without grievous suffering. (Sophocles, King Oedipus 1529f.)
[Seite 664] viel bewegt, Synes.
πολυκλόνητος: -ον, ὁ πολὺ κλονούμενος, πολὺ ἢ πάντοτε κινούμενος, Συνέσ. 98Α.
-ον, Α
1. αυτός που κλονίζεται πολύ
2. αυτός που κινείται πολύ ή πάντοτε.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -κλόνητος (< κλονίζω), πρβλ. ακλόνητος].