προσλάζομαι
From LSJ
Theocritus, Idylls, 30.3
English (LSJ)
v. προσλάζυμαι.
German (Pape)
[Seite 771] poet. statt προσλαμβάνω, Hesych.
Greek Monolingual
Α
(αποθ.) προσλάζυμαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + λάζομαι «λαμβάνω, δράττομαι, αρπάζω»].
Full diacritics: προσλάζομαι | Medium diacritics: προσλάζομαι | Low diacritics: προσλάζομαι | Capitals: ΠΡΟΣΛΑΖΟΜΑΙ |
Transliteration A: proslázomai | Transliteration B: proslazomai | Transliteration C: proslazomai | Beta Code: prosla/zomai |
v. προσλάζυμαι.
[Seite 771] poet. statt προσλαμβάνω, Hesych.
Α
(αποθ.) προσλάζυμαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + λάζομαι «λαμβάνω, δράττομαι, αρπάζω»].