συγχειρουργοί
From LSJ
Ὁ μὲν βίος βραχύς, ἡ δὲ τέχνη μακρή, ὁ δὲ καιρὸς ὀξύς, ἡ δὲ πεῖρα σφαλερή, ἡ δὲ κρίσις χαλεπή → Life is short, art long, opportunity fleeting, experience misleading and judgment difficult
Greek (Liddell-Scott)
συγχειρουργοί: οἱ, οἱ συγχειρουργοῦντες, Δίδ. Ἀλέξ. σ. 565, ἔκδ. Mi., Ἰω. Σκυλ. ἐν Γ. Κεδρ. τ. Β΄, σ. 733, 2, ἔκδ. Β.