συναπίσταμαι

From LSJ

Οὐδεὶς ἀνίας χρήματα δοὺς ἐπαύσατο → Nullum e maerore exemit data pecunia → Mit Geld hat keiner noch beendet eine Qual

Menander, Monostichoi, 439
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συναπίσταμαι Medium diacritics: συναπίσταμαι Low diacritics: συναπίσταμαι Capitals: ΣΥΝΑΠΙΣΤΑΜΑΙ
Transliteration A: synapístamai Transliteration B: synapistamai Transliteration C: synapistamai Beta Code: sunapi/stamai

English (LSJ)

Ion. for συναφίσταμαι (q.v.).

German (Pape)

[Seite 1002] ionisch statt συναφίσταμαι, Her.

French (Bailly abrégé)

ion. c. συναφίσταμαι, v. συναφίστημι.

Greek (Liddell-Scott)

συναπίσταμαι: Ἰων. ἀντὶ συναφίσταμαι.

Greek Monolingual

Α
ιων. τ. βλ. συναφίστημι.

Greek Monotonic

συναπίσταμαι: Ιων. αντί συναφίσταμαι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συναπίσταμαι Ion. voor συναφίσταμαι.